Συναισθήματα και συμπεριφορές μαρτύρων κατά τη διάρκεια της δίκης: μια θεματική ανάλυση

Σημέλα (Μ) Σ. Σιδηροπούλου, MSc Δικαστικής Ψυχολογίας και Εγκληματολογικών Ερευνών, επιστ. Συν. ΕΚΠΑ

Αναστασία Αθ. Καραντώνη, BSc Ψυχολογίας, University of East London

 

Περίληψη

Η παρουσία των μαρτύρων στις δικαστικές αίθουσες κρίνεται απαραίτητη για την απονομή της δικαιοσύνης. Οι αντιδράσεις των μαρτύρων αλλά και τα συναισθήματα τους κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν το επίκεντρο της παρούσας έρευνας. Η ερευνήτρια μέσω της μεθόδου της άμεσης παρατήρησης (direct observation) παρακολούθησε ενήλικες μάρτυρες κατά τη διάρκεια δικών στα Δικαστήρια Θεσσαλονίκης. Τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη μέθοδο της θεματικής ανάλυσης και προέκυψαν 3 θέματα και 10 υποθέματα. Τα θέματα που προέκυψαν είναι η υπερεκφραστική αρνητική συμπεριφοριστική δραστηριότητα, η έντονη χρήση ψυχολογικών-συναισθηματικών αμυντικών μηχανισμών και οι αρνητικές προσωποκεντρικές νοητικές διεργασίες. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας συζητούνται για μελλοντική εφαρμογή στο πλαίσιο των δικαστηρίων.

Εισαγωγή

Οι καταθέσεις των μαρτύρων πολλές φορές καθορίζουν τόσο την αναζήτηση υπόπτων από τις αστυνομικές αρχές αλλά και την απονομή δικαιοσύνης στα πλαίσια εκδίκασης μίας υπόθεσης (Kebbell και Wagstaff, 1999). Οι μάρτυρες είναι φυσικά πρόσωπα, από τα οποία ζητείται να καταθέσουν, είτε στο δικαστήριο, είτε στον ανακριτή ότι γνωρίζουν για την υπόθεση για την οποία διερευνάται (Γιαννάκος και Ζήσης, 2007). Οι μάρτυρες καταθέτουν στοιχεία όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα τα οποία αντιλήφθηκαν είτε μέσω των αισθήσεων τους και της αντίληψης τους είτε όπως τα έλαβαν μέσω των διηγήσεων άλλων σε αυτούς (Κοτσαλής και Μαργαρίτης, 2007).

Τα συναισθήματα διαποτίζουν το δικαστικό σύστημα. Οι κατηγορούμενοι, τα θύματα αλλά και οι μάρτυρες μεταφέρουν τα συναισθήματα τους μέσα στη δικαστική αίθουσα (Karstedt, 2002). Η συμμετοχή σε μια δίκη ως μάρτυρας έχει θεωρηθεί μία τρομακτική εμπειρία, ένα γεγονός που εγείρει έντονο προβληματισμό αλλά και μία δύσκολη κατάσταση που δημιουργεί στρες και άγχος (Burton, Evans και Sanders, 2007).

Τα συναισθήματα και οι γενικότερες συμπεριφορές των μαρτύρων μπορεί να επηρεάσουν τις δικαστικές αποφάσεις (Nunez, Schweitzer, Chai και Myers, 2015). Έχει αποδειχθεί ότι η εγκυρότητα των δικαστικών αποφάσεων επηρεάζεται όχι μόνο από το περιεχόμενο των καταθέσεων των μαρτύρων αλλά και από τον τρόπο που ο μάρτυρας καταθέτει και έτσι οι δικαστικές αποφάσεις συνειδητά ή ασυνείδητα είναι βασισμένες σε συμπεριφορικά σημάδια τα οποία θεωρούνται ότι σχετίζονται με το αν λένε οι μάρτυρες ψέματα ή αλήθεια, αλλά και με κοινωνικά στερεότυπα αναφορικά με την εξωτερική τους εμφάνιση (Wessel, Drevland και Eilertsen, 2006). Έχει αποδειχθεί ότι ένας μάρτυρας που φαίνεται νευρικός ή είναι εκνευρισμένος  μπορεί να αντιμετωπιστεί από τους δικαστές ως λιγότερο αξιόπιστος από ένα αντίστοιχο μάρτυρα που δεν επιδεικνύει αυτήν την συμπεριφορά (Bothwell και Jalil, 1992).

Σε έρευνα που έχει διεξαχθεί με σκοπό να εντοπιστούν και εν συνεχεία να ερμηνευτούν τα συναισθήματα που βιώνουν τα παιδιά και οι ενήλικες στο δικαστήριο, οι ενήλικες συμμετέχοντες αλλά και τα παιδιά ομολόγησαν ότι πρόκειται να βιώσουν αρνητικά συναισθήματα ακόμα και στην ανακοίνωση ότι θα καταθέσουν σε δικαστήριο όπως επίσης, φάνηκε ότι οι ενήλικες μάρτυρες δεν ότι δεν πιστεύουν ότι θα αντιμετωπίσουν με κατανόηση και συγκαταβατικότητα την διαδικασία της δίκης (Freshwater και Aldridge,1994).

Ακόμα μία έρευνα πραγματοποιήθηκε σε μάρτυρες που η πλειοψηφία αυτών συμμετείχε σε δίκες του κακουργοδικείου και είχε σκοπό να ερευνήσει την ικανοποίηση που νιώθουν οι μάρτυρες σε σχέση με τους διάφορους παράγοντες που αφορούν το ποινικό σύστημα. Φάνηκε ότι στο δείγμα που εξετάστηκε, οι μάρτυρες που ήταν και τα θύματα της υπόθεσης βίωσαν την μεγαλύτερη ψυχολογική πίεση επειδή θα έβλεπαν ξανά τον κατηγορούμενο και φοβόντουσαν για αντίποινα. Επίσης από την συγκεκριμένη έρευνα φάνηκε ότι οι μάρτυρες ανησυχούσαν περισσότερο όταν συμμετείχαν σε δίκη που ο κατηγορούμενος βαρύνονταν με κατηγορίες που αφορούσαν κάποιο σεξουαλικό αδίκημα ή βιαιοπραγία και αυτό γιατί οι μάρτυρες δεν είχαν εμπιστοσύνη ότι το ποινικό σύστημα θα μπορέσει να καταδικάσει τον κατηγορούμενο (Whitehead, 2001).

Η παρούσα έρευνα θεωρείται σημαντική διότι στο φάσμα των ερευνών που κάνουν λόγω για τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές των μαρτύρων είναι στην πλειοψηφία τους ξένης προέλευσης, οπότε αυτή η έρευνα θα περιορίσει το ήδη υπάρχον κενό στην ελληνική βιβλιογραφία. Επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία των ερευνών αφορά τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές παιδιών κατά την διάρκεια δικών. Οπότε αυτή η έρευνα στην οποία παρατηρήθηκαν στην πλειοψηφία της ενήλικες μάρτυρες θα συμπληρώσει αυτό το κενό. Τέλος, επειδή φάνηκε ότι είναι εκτεταμένη η επιρροή των συναισθημάτων και των συμπεριφορών στις δικαστικές αποφάσεις κρίνεται σημαντική η παρούσα έρευνα. Οπότε τίθεται το ερώτημα, ποια τα συναισθήματα και οι συμπεριφορές των μαρτύρων κατά τη διάρκεια των δικών στα δικαστήρια Θεσσαλονίκης.

Μεθοδολογία

Δείγμα

Το δείγμα αποτελούνταν από μάρτυρες δικών που επιλέχθηκαν τυχαία στα δικαστήρια Θεσσαλονίκης. Οι μάρτυρες ήταν ενήλικες άνδρες και γυναίκες στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και μάρτυρες-θύματα, αυτόπτες μάρτυρες και μάρτυρες πολιτικής αγωγής αλλά και μάρτυρες υπεράσπισης.  Ο αριθμός των υποθέσεων που παρακολούθησε η ερευνήτρια ήταν στο σύνολο τους 26.

Μέθοδος συλλογής δεδομένων

Η ερευνήτρια επισκεπτόταν για μια εβδομάδα στα Δικαστήρια Θεσσαλονίκης και μέσω της μεθοδολογίας της άμεσης παρατήρησης συνέλεξε τα δεδομένα από αστικές δίκες, δίκες του πρωτοδικείου και δίκες του εφετείου. Στην άμεση παρατήρηση (direct observation) η ερευνήτρια παρατηρεί τα άτομα που είναι υπό μελέτη χωρίς όμως να αλληλοεπιδρά μαζί τους (Γαλάνης, 2018)

Μέθοδος ανάλυσης δεδομένων

Η μέθοδος που κρίθηκε κατάλληλη για το σχεδιασμό της παρούσας έρευνας είναι η ποιοτική έρευνα διότι το θέμα που κλήθηκε να διερευνήσει η ερευνήτρια το αντιμετώπισε για πρώτη φορά και επίσης επειδή το θέμα που ερευνήθηκε δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς (Ίσαρη και Πουρκός, 2015). Επιπλέον, για την ανάλυση των δεδομένων κρίθηκε κατάλληλη η θεματική ανάλυση διότι επιτρέπει στην ερευνήτρια να εντοπίσει, να περιγράψει και να αναφέρει δεδομένα και να δημιουργήσει θέματα που προκύπτουν άμεσα από τα ερευνητικά δεδομένα. Επίσης, είναι μία μέθοδος ανάλυσης που προσφέρει ευελιξία διότι δεν δεσμεύει τον ερευνητή σε συγκεκριμένες επιστημολογικές θέσεις (Braun και Clark, 2006).

 

 

Ανάλυση

Από την ανάλυση των δεδομένων-παρατηρήσεων της ερευνήτριας όσον αφορά τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές των μαρτύρων σε δίκες στα Δικαστήρια Θεσσαλονίκης προέκυψαν τρία θέματα και 10 υποθέματα:

  • Υπερεκφραστική αρνητική συμπεριφορική δραστηριότητα,
  • Έντονη χρήση ψυχολογικών-συναισθηματικών αμυντικών μηχανισμών και
  • Αρνητικές προσωποκεντρικές νοητικές διεργασίες

Το 1ο θέμα αποτελείται από 3 υποθέματα, το 2ο  θέμα από 4 υποθέματα και το 3ο θέμα από 3 υποθέματα όπως φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:

 

Πίνακας

Θέματα Υποθέματα
Υπερεκφραστική αρνητική συμπεριφορική δραστηριότητα των μαρτύρων. Εκφραστικοί μορφασμοί

Έντονη αρνητική σωματική δραστηριότητα

Αποφευκτική συμπεριφορά

Έντονη χρήση ψυχολογικών-συναισθηματικών αμυντικών μηχανισμών. Αρνητικές εναλλαγές συναισθημάτων

Έντονα επιθετικά συναισθήματα

Έντονα επιθετικά συναισθήματα

Αγχώδη-Συναισθηματική αντιμετώπιση της διαδικασίας

Αρνητικές προσωποκεντρικές νοητικές διεργασίες. Αυτό-κατηγορία

Αμφισβήτηση της διαδικασίας

Νοητική αναβίωση της εμπειρίας

 

  1. Υπερεκφραστική αρνητική συμπεριφορική δραστηριότητα των μαρτύρων.

Στο πρώτο θέμα διαφαίνονται όλες οι συμπεριφορικές εκφράσεις των μαρτύρων κατά τη διάρκεια των δικών οι οποίες είναι στην πλειοψηφία τους αρνητικά φορτισμένες.

 

  • Εκφραστικοί μορφασμοί

Αρχικά, παρατηρήθηκαν κάποιοι έντονοι εκφραστικοί μορφασμοί οι οποίοι ήταν στην πλειοψηφία τους ειρωνικοί αλλά και κάποια γέλια. Επίσης φάνηκε ότι οι μάρτυρες είχαν έντονο ύφος αλλά και μιλούσαν και έντονα όπως επίσης  παρατηρήθηκε ότι κάποιοι είχαν θυμωμένο βλέμμα κατά την διάρκεια της ομιλίας τους.

“Ο μάρτυρας επιδιδόταν σε ειρωνικούς μορφασμούς αλλά και ειρωνικό γέλιο κατά τη διάρκεια ομιλίας του άλλου μάρτυρα. Κωδικοί: ειρωνικοί μορφασμοί, ειρωνικό γέλιο, θυμωμένο βλέμμα, έντονο ύφος, έντονη ομιλία ”

(3η Δίκη)

  • Έντονη αρνητική σωματική δραστηριότητα

Το δεύτερο υπόθεμα αναφέρεται στην έντονη αρνητική σωματική δραστηριότητα και φάνηκε ότι οι μάρτυρες ήταν νευρικοί κατά την διάρκεια των δικών και ήταν υπερκινητικοί κάνοντας έντονες και νευρικές κινήσεις αλλά και χειρονομίες.

“Η μάρτυρας καταδεικνύει έντονα  με τον δάχτυλο τον κατηγορούμενο. Κωδικοί: Έντονες χειρονομίες, υπερκινητικότητα, έντονες κινήσεις, νευρικότητα, νευρικές κινήσεις ”

(6η Δίκη)

  • Αποφευκτική συμπεριφορά

Το τρίτο υπόθεμα που προέκυψε και αναφέρεται στην αποφευκτική συμπεριφορά φάνηκε ότι κάποιοι μάρτυρες είχαν το κεφάλι στραμμένο προς τα κάτω και ήταν φανερά αποστασιοποιημένοι κατά την εξέλιξη της διαδικασίας αλλά και διστακτικοί στις απαντήσεις τους.

“H μάρτυρας και σύζυγος του κατηγορουμένου φαίνεται να διστάζει να απαντήσει στις ερωτήσεις του δικαστή. Κωδικοί: κοιτάει κάτω, Αποστασιοποίηση, διστακτικός ”

(15η δίκη)

  1. Έντονη χρήση ψυχολογικών-συναισθηματικών αμυντικών μηχανισμών.

Στο δεύτερο θέμα καταδεικνύεται η έντονη χρήση ψυχολογικών αλλά και συναισθηματικών αμυντικών μηχανισμών από τους μάρτυρες κατά την ώρα της κατάθεσης τους και διαφαίνονται έτσι έντονα, αρνητικά αλλά και επιθετικά συναισθήματα.

  • Αρνητικές εναλλαγές συναισθημάτων.

Στο πρώτο υπόθεμα, οι μάρτυρες φάνηκε ότι ήταν ψυχικά εξαντλημένοι αλλά και συναισθηματικά φορτισμένοι και υπέκυπταν σε έντονες εναλλαγές συναισθημάτων αλλά επίσης αποσπώνταν η προσοχή τους λόγω των γεγονότων που εκδικάζονταν αλλά και της δικαστικής διαδικασίας.

“Η μάρτυρας φαίνεται συναισθηματικά φορτισμένη και ξαφνικά συγχύζεται έπειτα κλαίει και στη συνέχεια τσιρίζει. Κωδικοί: ψυχικά εξαντλημένη, συναισθηματικά φορτισμένη, έντονες εναλλαγές συναισθημάτων, Απόσπαση προσοχής”

(10η Δίκη)

 

  • Έντονα επιθετικά συναισθήματα.

Στο δεύτερο υπόθεμα προέκυψε από την παρατήρηση των έντονων επιθετικών συναισθημάτων των μαρτύρων και φάνηκε ότι οι μάρτυρες αισθάνονταν μία έντονη και αρνητική συναισθηματική φόρτιση που την εξέφραζαν επιθετικά μέσω του έντονου εκνευρισμού που επιδείκνυαν αλλά και της σύγχυσης, της αγανάκτησης, της αναστάτωσης και της οργής που εξέφραζαν μέσω της έντονης φρασεολογίας φτάνοντας και στα όρια της αγένειας. Κάποιοι μάρτυρες έφτασαν και στο έσχατο σημείο του ξεσπάσματος.

“H μάρτυρας λόγω της εξιστόρησης των γεγονότων όντας συναισθηματικά φορτισμένη ξέσπασε σε κλάματα. Κωδικοί: ξέσπασμα-κλάμα, εκνευρισμένος, αγανακτισμένη, συγχυσμένος, εξοργισμένος, οργή-φρασεολογία, αγενής ”

(7η Δίκη)

  • Ποικιλία φοβικών συναισθημάτων.

Στο τρίτο υπόθεμα φάνηκε ότι οι μάρτυρες μιλούσαν χαμηλόφωνα από φόβο αλλά έδειχναν γενικότερα φοβισμένοι λόγω της διαδικασίας Επίσης, κάποιοι μάρτυρες φαινόντουσαν ανήσυχοι αλλά και μπερδεμένοι κατά τη διάρκεια της ομιλίας τους.

“Ένας μάρτυρας έδειχνε νευρικός λόγω  φόβου επειδή τρόμαζε στην ιδέα ότι ο πατέρας του που βρισκόταν στη θέση του κατηγορουμένου πιθανόν να καταδικαζόταν. Κωδικοί: Μπερδεμένος, ανήσυχος, μιλάει χαμηλόφωνα λόγω φόβου, φοβισμένος, νευρικός λόγω φόβου ”

(15η Δίκη)

  • Αγχώδη-Συναισθηματική αντιμετώπιση της διαδικασίας.

Στο τέταρτο υπόθεμα είναι ξεκάθαρο ότι οι μάρτυρες αισθάνονταν άγχος την ώρα της κατάθεσης τους κυρίως λόγω της δικαστικής διαδικασίας.

“Η μάρτυρας φαίνεται αγχωμένη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας και στιγμιαία κοιτάζει τη δικηγόρο της. ”

(7η Δίκη)

  1. Αρνητικές προσωποκεντρικές νοητικές διεργασίες

Στο τρίτο θέμα που προέκυψε από την ανάλυση των δεδομένων φαίνονται οι σκέψεις που πιθανώς να έκαναν οι μάρτυρες κατά τη διάρκεια της δίκης οποίες αφοράν τους ίδιους. Eίναι γνωστό ότι οι αμυντικοί μηχανισμοί είναι λειτουργίες του εγώ και ενεργοποιούνται όταν το άτομο αισθάνεται αγχωμένο με σκοπό να το απαλλάξουν από αυτό το άγχος ή άλλα δυσάρεστα συναισθήματα. Η λειτουργεία αυτή είναι ασυνείδητη ( Pervin & John, 1999).

 

  • Αυτό-κατηγορία

Στο πρώτο υπόθεμα, σε κάποιες περιπτώσεις φάνηκε ότι μάρτυρες σκέφτονταν κατηγορηματικά για τον εαυτό τους, θεωρώντας τους ίδιους υπαίτιους.

“H μάρτυρας αισθητά κατηγορούσε τον εαυτό της για το γεγονός ότι η αδερφή της- κατηγορουμένη βρίσκεται σε αυτήν την θέση.”

(6η Δίκη)

“ Ο μάρτυρας σκέφτεται ότι ο πατέρας (κατηγορούμενος) ίσως να καταδικαστεί λόγω της μήνυσης που έκανε ”

(Δίκη 15)

  • Αμφισβήτηση της διαδικασίας.

Στο δεύτερο υπόθεμα, οι μάρτυρες φαίνεται να σκέφτονται αλλά και να εκφράζουν μέσω του λόγου αντιρρήσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των υποθέσεων αλλά και να αρνούνται να απαντήσουν σε ερωτήσεις αμφισβητώντας με αυτό τον τρόπο την διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης.

“Η μάρτυρας σκέφτεται ότι ήταν άδικο που δεν αφαιρέθηκε το δίπλωμα από τον κατηγορούμενο μετά το συμβάν και εκφράζει αυτή τη σκέψη της.”

(19η Δίκη)

“Ο μάρτυρας αποφεύγει να απαντήσει γιατί σκέφτεται ότι όσα πει ίσως χρησιμοποιηθούν εναντίον του διότι οι δικαστής φαίνεται  καχύποπτη.”

(20η Δίκη)

  • Νοητική αναβίωση της εμπειρίας

Στο τρίτο και τελευταίο υπόθεμα, οι μάρτυρες βιώνουν νοητικά ξανά τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο παρελθόν και εκδικάζονται στο παρόν και τα οποία εκφράζονται μέσω του λόγου.

“Ο μάρτυρας σκέφτεται όλα αυτά που υπέφερε εξαιτίας της κατηγορουμένης όταν την αντίκρισε.”

(6η Δίκη)

“ Ο μάρτυρας φαίνεται να σκέφτεται το γεγονός λόγω του οποίου κατέληξε το θύμα.”

(18η Δίκη)

Συμπεράσματα

Συνοψίζοντας, από την θεματική ανάλυση των δεδομένων όσον αφορά τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές των μαρτύρων σε δίκες στα δικαστήρια Θεσσαλονίκης προέκυψε αρχικά, ότι  οι συμπεριφορές που εκδηλώνουν αλλά και τα συναισθήματα που βιώνουν οι μάρτυρες είναι κατά βάση αρνητικά. Όσον αφορά τα συμπεριφορές των μαρτύρων δηλαδή τις σωματικές και εκφραστικές αντιδράσεις φάνηκε ότι οι μάρτυρες στη πλειοψηφία τους επιδίδονταν σε έντονους εκφραστικούς μορφασμούς, πολλές φορές ειρωνικούς όπως και γέλια αλλά και έντονες κινήσεις και η νευρικότητα τους ήταν  έκδηλη, όπως επίσης και μια αποστασιοποιημένη στάση. Έρευνα έχει δείξει ότι οι μάρτυρες στην προσπάθεια τους να συμβαδίσουν με όλη τη διαδικασία και με την σκέψη ότι εκτίθενται και μπορεί να ντροπιαστούν φαίνονται νευρικοί και χαμογελούν για να σκεφτούν (Brodsky, 2009).

Επιπλέον, οι μάρτυρες στις δίκες στα Δικαστήρια της Θεσσαλονίκης φάνηκαν ότι βίωναν κυρίως αρνητικά, έντονα επιθετικά αλλά και πιεστικά συναισθήματα όπως άγχος, εκνευρισμός, σύγχυση, αλλά και φόβο και ανησυχία. Σημειώθηκαν επίσης και εναλλαγές συναισθημάτων όπου η ψυχική και συναισθηματική εξάντληση ήταν πασιφανής. Σε έρευνα που έγινε σε ενήλικες μάρτυρες σε ερώτηση που τους έγινε αν για κάποιο λόγο ένιωσαν φοβισμένοι κατά τη διάρκεια της δίκης απάντησαν 120 από τους 450 καταφατικά με τους περισσότερους από αυτούς να είναι τα θύματα-μάρτυρες. Περαιτέρω φάνηκε ότι σε υποθέσεις σχετικές με βία οι μάρτυρες ένιωθαν πιο φοβισμένοι. (Bruce και Isserow, 2005). Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί ότι μάρτυρες που αποτελούν και θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, κατά τη διάρκεια των καταθέσεων τους στο βήμα ένιωθαν θυμό, σύγχυση αλλά και τρόμο, ιδίως λόγω της παρουσίας του κατηγορουμένου (Konradi, 1999). Τέλος, έρευνα έχει δείξει ότι οι γυναίκες και τα παιδιά μάρτυρες βίωναν το περισσότερο άγχος σχετικά με τους άνδρες ενήλικες μάρτυρες (Whitehead, 2001).

Ως τρίτο εύρημα βρέθηκε ότι οι μάρτυρες κατά τη διάρκεια της δίκης έκαναν αρνητικές προσωποκεντρικές σκέψεις οι οποίες αφορούσαν αρχικά την ευθύνη που επέρριπταν οι μάρτυρες στον εαυτό, όπως επίσης και οι σκέψεις με τις οποίες αμφισβητούσαν την δικαιοσύνη αλλά και η νοητική αναβίωση της εμπειρίας που βιώσαν. Έρευνα έχει δείξει ότι μάρτυρες ήταν ψυχολογικά πιεσμένοι διότι αισθανόντουσαν ενοχή νιώθοντας ότι έχουν μερίδιο στην ευθύνη και στη πλειοψηφία τους ήταν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης (Whitehead, 2001). Οι μάρτυρες ανακαλούν αναμνήσεις του παρελθόντος όσον αφορά τις υποθέσεις που στις περισσότερες φορές είναι πολύ απαιτητικό και δύσκολο να το κάνουν (Nagle, Brodsky, Guadagno και Oths, 2012). Τέλος, όσον αφορά το εύρημα που αναφέρεται στην αμφισβήτηση της δικαιοσύνης βρίσκει σύμφωνο την  έρευνα που αναφέρθηκε στη βιβλιογραφική ανασκόπηση και έκανε λόγο για τους μάρτυρες που ανησυχούσαν για τη συμμετοχή τους  στη δική και ένας από τους λόγους ήταν το γεγονός ότι αμφισβητούσαν, πιστεύοντας ότι αυτή δε θα αποδοθεί (Whitehead, 2001).

Η παρούσα έρευνα λοιπόν, έρχεται να συμπληρώσει το κενό που υπάρχει όσον αφορά τα συναισθήματα αλλά και τις συμπεριφορές που επιδεικνύουν οι ενήλικες μάρτυρες στα δικαστήρια αλλά και να βοηθήσει στην έρευνα που αφορά την επιρροή αυτών των συναισθημάτων και συμπεριφορών στις δικαστικές αποφάσεις, καθώς έτσι οι δικαστές θα μπορούν να έχουν μια πιο ολοκληρωμένη γνώση όσον αφορά τις καταθέσεις των μαρτύρων.

 

Βιβλιογραφία

Bothwell, R. K., & Jalil, M. (1992). The credibility of nervous witnesses. Journal of Social Behavior & Personality, 7(4), 581-586.
Braun, V., & Clarke, V. (2006). Using thematic analysis in psychology. Qualitative research in psychology3(2), 77-101.
Brodsky, S. L., Neal, T. M. S., Cramer, R. J., & Ziemke, M. H. (2009). Credibility in the Courtroom: How Likeable Should an Expert Witness Be? The Journal of the American Academy of Psychiatry and the Law, 37(4), 525-532.
Bruce, D., & Isserow, M. (2005). Putting People First? A survey of witness satisfaction in three Gauteng Magistrates’ Courts.
Burton, M., Evans, R., & Sanders, A. (2007). Vulnerable and intimidated witnesses and the adversarial process in England and Wales. The International Journal of Evidence & Proof11(1), 1-23.
Γαλάνης, Π. (2018). Μέθοδοι συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα. ARCHIVES OF HELLENIC MEDICINE , 35(2), 268-277.
Γιαννάκος , Ι. & Ζήση, Α. (2007). Εκπαιδευτική Νομοθεσία για τους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Freshwater, K., & Aldridge, J. (1994). The knowledge and fears about court of child witnesses, schoolchildren and adults. Child Abuse Review3(3), 183-195.
Ίσαρη, Φ., Πουρκός, Μ., 2015. Ποιοτική μεθοδολογία έρευνας. Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών.
Κοτσαλής Μ. & Μαργαρίτης, Μ.Π. (2007). Δικαστική Ψυχολογία. Αθήνα: Σάκκουλας.
Karstedt, S. (2002). Emotions and criminal justice. Theoretical criminology6(3), 299-317.
Kebbell, M.R., & Wagstaff, G.F. (1999). Face value? Evaluating the accuracy of eyewitness information. Police Research Series Paper. London: Home Office.
Konradi, A. (1999). “I don’t have to be afraid of you”: Rape survivors’ emotion management in court. Symbolic Interaction22(1), 45-77.
Nagle, J.E. (2012). Smiling behaviors and credibility in actual trials: a naturalistic observation of witnesses. Δημοσιευμένη Διδακτορική Διατριβή, Department of Psychology, University of Alabama.
Nuñez, N., Schweitzer, K., Chai, C. A., & Myers, B. (2015). Negative Emotions Felt During Trial: the Effect of Fear, Anger, and Sad on Juror Decision Making. Applied Cognitive Psychology29(2), 200-209.
Pervin, L. A., & John, O. P. (Eds.). (1999). Handbook of personality: Theory and research. Elsevier.
Wessel, E., Drevland, G. C., Eilertsen, D. E., & Magnussen, S. (2006). Credibility of the emotional witness: a study of ratings by court judges. Law and Human Behavior30(2), 221.
Whitehead, E. (2001). Witness satisfaction: Findings from the witness satisfaction survey 2000. London: Home Office Research Unit.