Πρόλογος
Η παρούσα εργασία αποσκοπεί σε μία ενδελεχή μελέτη του αντικειμένου της Θυματολογίας σε συνάρτηση με την Εγκληματολογία. Η αξιοποίηση αρθρογραφικού υλικού αποτέλεσε τη βάση για την υλοποίηση του παρόντος πονήματος. Ο ορισμός της Θυματολογίας και η αλληλεξάρτηση της με την Εγκληματολογία, οι κατηγορίες θυματοποίησης και η κοινωνική της προσέγγιση, καθώς και ο ρόλος της Αποκαταστατικής Δικαιοσύνης στην αντιμετώπιση της Εγκληματικότητας, είναι τα θέματα προς μελέτη.
Ορισμός θυματοποίησης και συσχέτιση έγκλημα – θύτης
Κατά καιρούς έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί για τον όρο «Θυματολογία», συχνά αλληλοσυγκρουόμενοι. Ο Mendelsohn, ο οποίος θεωρείται ο «πατέρας της Θυματολογίας», ορίζει την Θυματολογία ως εξής: «Θυματολογία είναι η επιστήμη που μελετά την προσωπικότητα του θύματος στο περιβάλλον του, ώστε να την αναλύσει από βιολογική, φυσιολογική και κοινωνική σκοπιά. Απώτερος σκοπός της είναι να προφυλάξει το θύμα να μετατραπεί σε θύτη και να αποτρέψει την δημιουργία νέων θυμάτων. Για να επιτευχθεί αυτό, η εγκληματολογία οφείλει να καθορίσει τους κοινούς παράγοντες διαφόρων κατηγοριών θυμάτων, να βρει τους λόγους για τους οποίους γίνονται θύματα και να τους εξουδετερώσει» (Ανδριανάκη,1974).
Η σχέση μεταξύ εγκλήματος και θύματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη. Σε αντίθεση με τον Mendelsohn, ο οποίος υποστήριξε ότι η Θυματολογία δεν είναι κλάδος της Εγκληματολογίας αλλά μία αυτόνομη επιστήμη (Ανδριανάκη,1974), o Edwin Sutherland στο έργο του «Criminology», υποστήριξε ότι οι άνθρωποι άμεσα ή έμμεσα είναι θύματα εγκληματικών πράξεων, άρα κάθε άτομο είναι θύμα εγκλήματος (Fisher&Jerin, 2014). Όταν τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζονται, μιλάμε επίσης για εγκληματική πράξη. Η αρχή η οποία ισχύει σε αυτή την περίπτωση, είναι πως κάθε είδους ποινική διαδικασία γίνεται για το συμφέρον της δημόσιας τάξης και όχι προς το συμφέρον του θύματος. Μάλιστα, σε περιπτώσεις όπως οι γενοκτονίες, η εγκληματική ενέργεια δεν είναι μία. Όταν τα ΜΜΕ αναγκάζουν τους επιζώντες, μέσω δηλώσεων και συνεντεύξεων, να βιώσουν ξανά τα γεγονότα που έζησαν, ανασύροντας από την μνήμη τους τραυματικά γεγονότα, ουσιαστικά εγκληματούν σε βάρος των θυμάτων. Όταν οι επιζώντες μεταβαίνουν στις αίθουσες δικαστηρίων επέρχεται τρίτη Θυματοποίηση, λόγω λάθους χειρισμού των δικαστικών οργάνων, τα οποία αγνοούν την ψυχολογική κατάσταση των επιζώντων-θυμάτων.
Συνοψίζοντας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο το έργο του Sutherland όσο και την άμεση συσχέτιση του εγκλήματος με την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατανοούμε ότι το θύμα αποτελεί συστατικό στοιχείο του εγκλήματος και επομένως είναι σημαντικά αμφισβητούμενη η πεποίθηση όσων υποστηρίζουν την ανεξαρτησία των εννοιών έγκλημα-θύμα.
Κατηγορίες Θυματοποίησης
Η παράθεση των μορφών θυματοποίησης, προϋποθέτει την κατανόηση της συσχέτισης ανάμεσα στις Κατηγορίες Θυμάτων και Κατηγορίες Θυματοποίησης. Έχοντας κατά νου την παραπάνω σύνδεση, οι κατηγορίες Θυματοποίησης είναι οι ακόλουθες:
- Πρωτογενής Θυματοποίηση, η οποία ορίζεται ως η πρώτη αλληλεπίδραση μεταξύ θύτη και θύματος και έχει ως αποτέλεσμα την άμεση ή έμμεση σωματική, ψυχική, οικονομική και ηθική ζημία του θύματος από την αξιόποινη πράξη.
- Δευτερογενής Θυματοποίηση, που είναι αποτέλεσμα αλληλεπιδράσεων του Θύματος με τρίτους, συμπεριλαμβανομένων των φορέων άσκησης δικαιοσύνης ή ακόμη και των φορέων παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Σε αυτό το είδος θυματοποίησης, πολλοί από τους ειδικούς που θα έπρεπε να παρέχουν υποστήριξη στα θύματα, δεν αντιμετωπίζουν με κατάλληλο τρόπο τα εκάστοτε περιστατικά, με αποτέλεσμα να τραυματίζουν ακόμα περισσότερο το θύμα ( Kilburn, 2016). Εντέλει, το θύμα δεν τραυματίζεται μόνο από τον δράστη αλλά και την κοινωνία και τους φορείς της, που ενώ έπρεπε να το βοηθούν, αδιαφορούν. Βαθμιαία ενισχύεται το αίσθημα της ενοχής απέναντι στο εγκληματικό γεγονός και προωθείται η στιγματοποίηση του θύματος, ειδικά σε περιπτώσεις σεξουαλικής βίας (Barrick, Strom & Richardson,2016). Στην περίπτωση σφαλμάτων από μέρους επαγγελματιών, οι μελέτες δείχνουν ότι η Δευτερογενής Θυματοποίηση, δηλαδή η θυματοποίηση του επαγγελματία που εμπλέκεται στο ατύχημα, δεν επικεντρώνονται στον δράστη του εικονιζόμενου εγκλήματος ως δεύτερο θύμα, αλλά στους ανθρώπους που πλαισιώνουν το πρώτο θύμα, όπως την οικογένειά του (Dekker, 2009).
- Περιβαλλοντική Θυματοποίηση (Environmental Criminology). Η Περιβαλλοντική εγκληματολογία, αφορά τη μελέτη της εγκληματικής δραστηριότητας και της θυματοποίησης, μία σειρά περιβαλλοντικών προβλημάτων γύρω από την οικολογική κρίση παγκοσμίως, τις συνέπειές της στον πλανήτη, καθώς και τις επιπτώσεις αυτών σε παραβάτες και θύματα. Σύμφωνα με τον White, οι συνέπειες της πράσινης εγκληματικότητας σε ατομικιστικό επίπεδο, διαφέρουν με την πάροδο του χρόνου, όπως και οι ανάγκες υποστήριξης των θυμάτων. Ειδικότερα η ταξινόμηση των θυμάτων πράσινου εγκλήματος περιλαμβάνει: 1) Θύματα Μειωμένης Περιβαλλοντικής Ασφάλειας. Επειδή οι φυσικοί πόροι περιορίζονται λόγω κλιματικών αλλαγών, καθίστανται πολύτιμοι για τα κράτη και ως εκ τούτου για τρομοκρατικές ομάδες, που επιδιώκουν να πετύχουν συμβολικές νίκες. 2) Ανισότητα Γεωγραφική και κοινωνικοοικονομική. Η θυματοποίηση ως αποτέλεσμα αλλαγής κλίματος, πλήττει τις φτωχότερες χώρες και τις ομάδες εντός αυτών, που τείνουν να υποφέρουν περισσότερο. 3) Θύματα λόγω ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ακραίων κοινωνικών φαινομένων, μόλυνσης νερού και τροφής μέσω εργοστασιακών αποβλήτων. 4) Η απώλεια πολιτιστικής και κοινωνικής σταθερότητας μπορεί να προκαλέσει εκτεταμένες εγκληματικές επιπτώσεις που οδηγούν σε θυματοποιήσεις. Για παράδειγμα η αναγκαστική μετανάστευση αυξάνει το φαινόμενο εμπορίου λευκής σαρκός ( Hall, 2011).
- Τρομοκρατική Θυματοποίηση. Οι εγκληματολογικές πτυχές της Θυματολογίας, επηρεάζουν την τυπολογία των τρομοκρατικών πράξεων και την προστασία των θυμάτων. Τα θύματα της τρομοκρατίας ενίοτε στοχοποιούνται επειδή ικανοποιούν το στόχο των τρομοκρατών να διασπείρουν το φόβο στα πλήθη, μέσω της βίαιης θυματοποίησης με απώτερο σκοπό την προώθηση πολιτικών στόχων. Η επιλογή των θυμάτων είναι τυχαία ή επιλεκτική ( Danilovic & Manojlovic, 2013).
- Θυματοποίηση στο πλαίσιο της Θεωρίας Δραστηριοτήτων Ρουτίνας.
Σύμφωνα με τη Θεωρία Δραστηριοτήτων Ρουτίνας ( Routine Activity Theory), ένα έγκλημα για να διαπραχθεί, πρέπει 3 παράγοντες να συντρέχουν: α) Παρουσία πιθανού δράστη β) Ύπαρξη κατάλληλου στόχου και γ) Απουσία ικανού φύλακα. Στην περίπτωση των επιθέσεων εναντίον της αστυνομίας, παρατηρούμαι εφαρμογή της προαναφερθείσας Θεωρίας. Τόσο τα ατομικά χαρακτηριστικά των παραβατών και των θυμάτων ( φύλο, ηλικία, οικονομική κατάσταση), όσο και η χρονική τοποθέτηση του εγκλήματος, συμβάλλουν στην επιτυχή ή ανεπιτυχή κατάληξη της εγκληματικής ενέργειας. Στην προκειμένη περίπτωση, αναφορικά με το χρόνο έχει παρατηρηθεί πως κατά την διάρκεια της νυχτερινής βάρδιας, σημειώνονται τα πιο υψηλά επίπεδα εγκληματικών επιθέσεων εναντίον των αστυνομικών (Barrick, Strom & Richardson, 2016 ).
Κοινωνική Προσέγγιση Εγκλήματος και Θυματοποίησης
Οι κοινωνιολογικές θεωρίες για τη μελέτη του εγκλήματος και των παραβατικών συμπεριφορών εν γένει, έχουν ως βάσει ένα κοινωνικό μοντέλο, που αποτελείται από ετερογενείς ομάδες. Η διαφορετικότητα των ομάδων αυτών, απορρέει από την ύπαρξη στον πληθυσμό φυλετικών, οικονομικών, θρησκευτικών και γεωγραφικών διαφορών. Έρευνες αναφορικά με την αστική ανάπτυξη και την κοινωνική αποδιοργάνωση των κοινωνιών, συνέβαλλαν στην ανάπτυξη θεωριών περί εγκλήματος και παρέκκλισης. Για παράδειγμα, χώρες της Νότιας Ασίας, όπως το Μπαγκλαντές, αντιμετωπίζουν μεταξύ άλλων προβλήματα φτώχειας, διαφθοράς και αυξημένης εγκληματικότητας των ανηλίκων, που εντείνουν την ατομική και συλλογική θυματοποίηση. Οι ινδικές φυλακές περιλαμβάνουν μεγάλο αριθμό ατόμων που προέρχονται από χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα ( Jaishankar, 2008).
Αλληλένδετα συστήματα καταπίεσης που βρίσκονται πίσω από τη θυματοποίηση, απαιτούν προσεκτική μελέτη από τους Θυματολόγους. Οι ινδικές φυλακές ουσιαστικά προωθούν ένα σύστημα «χωρικής γκετοποίησης», χωρίς την ύπαρξη σημείων οριοθέτησης. Επίσης, έρευνες έχουν δείξει ότι υπό στρεσογόνες συνθήκες, τα ποσοστά θυματοποίησης αυξάνονται (Kevorkian & BraithWaite, 2010). Τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες μέσω σύστασης μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, να αντιμετωπιστεί η εγκληματικότητα και η θυματοποίηση σε χώρες της Νότιας Ασίας, μέσω υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων και στήριξης ευπαθών κοινωνικών ομάδων που έχουν πέσει θύμα της εγκληματικότητας (Jaishankar, 2008).
Παράλληλα, το ζήτημα αναγκαιότητας ύπαρξης της συλλογικής μνήμης, απέναντι σε εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά της ανθρωπότητας, αναδεικνύει την κοινωνική διάσταση του εγκλήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εξόντωση των Εβραίων από τους Γερμανούς, κατά τη διάρκεια του Β’ Π.Π. Η δίκη της Νυρεμβέργης που επακολούθησε για την τιμωρία των υπευθύνων της εξόντωσης, όχι μόνο δεν απέδωσε δικαιοσύνη αλλά προώθησε την «συλλογική αμνησία» σε μια προσπάθεια συγκάλυψης των γεγονότων. Οι υπεύθυνοι του Ολοκαυτώματος, αποποιήθηκαν την προσωπική τους ευθύνη με την δικαιολογία ότι εκτελούσαν απλώς εντολές. Οι χώρες οι οποίες επιδίωξαν εμπορικές και στρατιωτικές συμμαχίες με τη Γερμανία, ακολούθησαν και εκείνες την τακτική της «αμνησίας». Η ανάκτηση της αλήθειας και η οικοδόμηση μιας ηθικής αφήγησης της θηριωδίας, αποτέλεσε επιτακτική ανάγκη τόσο για τους επιζώντες όσο και για την αποκατάσταση της Ιστορίας (Kevorkian & BraithWaite, 2010).
Ρόλος Αποκαταστατικής Δικαιοσύνης στην Πάταξη του Εγκλήματος και της Θυματολογίας
Οι συμβατικές πρακτικές του ποινικού συστήματος για την αντιμετώπιση του εγκλήματος μέσω της τιμωρίας του δράστη, όπως έχει αποδειχθεί, δεν οδηγούν στην επίτευξη κοινωνικής ομαλότητας. Στο σημείο αυτό έρχεται η
Αποκαταστατική Δικαιοσύνη να δώσει λύση στο φαινομενικά αδιέξοδο πρόβλημα. Η Αποκαταστατική δικαιοσύνη αποτελεί μία παγκόσμια πρωτοπορία στους τομείς της εγκληματολογίας και της θυματολογίας, τοποθετώντας στο επίκεντρο του γενικού ενδιαφέροντος τον Άνθρωπο. Αν και καθολικά αποδεκτός ορισμός του προαναφερθέντος όρου δεν υπάρχει, υπάρχει ομοφωνία των ειδικών πάνω σε βασικά του σημεία. Η συμφιλίωση μεταξύ δράστη και θύμα, αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους της Αποκαταστατικής Δικαιοσύνης. Η ανάληψη ευθυνών από μέρους του δράστη για το κακό που προκάλεσε στο θύμα, αποτελεί και το κλειδί για να ξεκινήσει η διαδικασία συμφιλίωσης. Μέσω διαμεσολάβησης και κοινοτικών συνεδριών, δράστης και θύμα μπορούν να επικοινωνήσουν. Οι Αποκαταστατικές συναντήσεις διακρίνονται σε 2 μεγάλες κατηγορίες. Σε αυτές του Ανοιχτού και σε αυτές του Κλειστού τύπου. Στην πρώτη κατηγορία συμμετέχουν περισσότερα άτομα και όχι μόνο οι άμεσα εμπλεκόμενοι (δράστης και θύμα). Σε χώρες του εξωτερικού, όπως Ιταλία και Γαλλία, πραγματοποιούνται Αποκαταστατικές συναντήσεις ενώ σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, εφαρμόζεται η παροχή κοινοτικής εργασίας ως εναλλακτική ποινή (Σούλου, 2018).
Ανακεφαλαιώνοντας, λαμβάνοντας υπόψη τις προαναφερθείσες πληροφορίες, μπορούμε να διατυπώσουμε την άποψη ότι οι μελέτες που έχουν διεξαχθεί πάνω στο αντικείμενο της Θυματολογίας μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε την συσχέτιση έγκλημα-θύτης. Η Αποκαταστατική Δικαιοσύνη, αδιαμφισβήτητα αποτελεί το κλειδί για την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ θύτη και θύματος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Danilovic, N. & Manojlovic, R. (2013). Criminology and Victimology Typology Aspects of Terrorism. Megatrend University.
Hall, M. (2012). Environmental Victims: Challenges for Criminology and Victimology in the 21st century. University of Maribor.
Barrick K. Kevin, J. Strom & N. Richardson (2017). University of North Carolina, USA.
Jaishankar, K. (2008). SASCV: A progressive society to promote
Criminology and Victimology in the South Asian Region. India.
Kilburn, M. (…..). Criminology, Victimology and Human Rights: toward a synthetic paradigm. Endicott College, Beverly.
Ανδριανάκη, Π. Ε (1972).ΘΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Αθήνα.
Σούλου, Κ. (2018). Η αποκαταστατική μεταχείριση της εγκληματικότητας ως νέα προοπτική στην αντεγκληματική πολιτική. Aix-Marseille Université.
Bonnie S. Fisher & Robert A. Jerin (2014). The Evolution of Victimology: Pedagogy, Research, Services, and Advocacy. (Online) Journal homepage: https://www.tandfonline.com/loi/rcje20.
Sidney & Dekker (2009). Prosecuting professional mistake: Secondary victimization and a research agenda for criminology. Lund University, Sweden.
NADERA S.Kevorkian & J. Braithwaite (2010). Victimology between the local and the Global. Israel and Australian Universities.